Αυτό το καλοκαίρι ήρθε και δεν το πήρε χαμπάρι κανείς πότε έφυγε.
Χτύπησε την πόρτα, μπήκε στο σπίτι σου, γύρισε στα δωμάτιά σου και στα βράδια σου και ένα πρωί που δεν μπορείς να θυμηθείς και πότε ακριβώς, έφυγε πατώντας στις μύτες των ποδιών.
Το συναντούσες κάποιες Κυριακές που είχες χρόνο να σταματήσεις όσα κάνεις και να λιαστείς, το συναντούσες κάτι ρομαντικά βράδια που ήθελες εκείνο το τεράστιο φεγγάρι για να πεις τα "σαγαπώ" σου, και το έζησες έντονα εκείνο το βράδυ που έπεφταν τα αστέρια- άσχετο αν δεν μπόρεσες να δεις κανένα να πέφτει.
Κάποτε τα καλοκαίρια σου είχαν άμμο στα δάχτυλα των ποδιών και αλάτι στις βλεφαρίδες σου. Κάποτε να πάρει, τα καλοκαίρια σου διέφεραν από τους χειμώνες σου. Κρατούσαν όσο 100 μέρες, ή όσο 90 παγωτά ή όσο 70 βουτιές. Και κάθε μέρα ήταν διαφορετική.
Μίκρυναν τα καλοκαίρια ή μεγαλώσαμε εμείς;