Άστα να πάνε

Πέντε άτομα καθόμαστε σε ένα τραπέζι. Αν μας δεις από μακριά νομίζεις πως εμείς οι πέντε συζητάμε. 



Αλλά αν πλησιάσεις, θα δεις πως ο καθένας λέει τα δικά του, δεν υπάρχει ροή στην κουβέντα, παρά μόνο ένα ασταμάτητο μπιριμπιρι, που δεν μπορεί να το παρακολουθήσει κανείς άλλος παρά μόνο εμείς οι πέντε.

 
Πώς είναι τα μωρά που τα ακούς να μιλούν μεταξύ τους και αναρωτιέσαι τι στο καλό λένε αφού τα λόγια τους δεν είναι λέξεις, και όμως μιλούν ακατάπαυστα. 

Ο καθένας μας έχει τον καημό του, και ακούει τους άλλους χωρίς να τους ακούει πραγματικά, απαντάει μηχανικά σαν να είναι προγραμματισμένες οι απαντήσεις του, και συνεχίζει το δικό του μονόλογο όταν βρει την ευκαιρία. 

Πολιτική, έρωτας, λεφτά, ο καιρός, όλα πέφτουν στο τραπέζι, και κυρίως στο πάτωμα. Τώρα τελευταία δεν πάμε καλά. 

Δεν συννενοούμαστε με τον γείτονα πλέον, ξεχνιόμαστε σε υποχρεώσεις, θυμόμαστε μόνο ό,τι είναι απαραίτητο. 

Ερωτευόμαστε σε λάθος εποχές, ονειρευόμαστε σε κακό timing.
Θα συνέλθουμε.